Η
Χρυσοβίτσα Ξηρομέρου βρίσκεται στο
νοτιοδυτικό τμήμα της τέως επαρχίας
Βόνιτσας και Ξηρομέρου. Απέχει 15χλμ από
τον Αστακό και 40 χλμ από το Αγρίνιο και
το Μεσολόγγι. Το χωριό είναι κτισμένο
αμφιθεατρικά σε υψόμετρο 120μ στην
ανατολική πλαγιά του υψώματος Αλογοβούνι.
(υψομ. 609μ.).
Η
περιφέρειά της περιτριγυρίζεται από
τα χωριά Μαχαιράς (Β), Βασιλόπουλο,
Καραϊσκάκη (Δ), Βασιλόπουλο, κτήμα
Λεσινίου (Ν) Βλιζιανίτικα Πηγάδια,
Αγράμπελα, Πρόδρομος (Α). Το έδαφος του
χωριού είναι ημιορεινό και η περιφέρεια
της φθάνει μέχρι χαμηλά στον κάμπο. Οι
κάτοικοι ερμηνεύουν το σημερινό όνομα
από το χρυσός τόπος, γόνιμος και με ήπιο
κλίμα. Στην κοιλάδα χαμηλά στο χωριό
περνάει ο ξεροπόταμος Γερομπόρος που
πηγάζει από τα υψώματα της Κωνωπίνας,
ενώ γύρω από το χωριό απλώνονταν το
περίφημο Ακαρνανικό δάσος.
Το
χωριό αναφέρεται για πρώτη φορά την
εποχή της Τουρκοκρατίας το 1521 που είχε
89 οικογένειες και το 1562 αυξήθηκε σε 135
οικογένειες. Τα επόμενα χρόνια ο πληθυσμός
μειώνεται σημαντικά. Έτσι το 1642 είχε 31
οικογένειες, το 1684 23, το 1732 31, το 1815 10, ενώ
το 1802 είχε επτά οικογένειες, σύμφωνα με
τον Πουκεβίλ. Σε επίκαιρη θέση μέσα στο
χωριό σώζεται Πύργος ή Κούλια, όπου
έμενε ο Τούρκος αγάς, στον οποίο ανήκαν
τα καλλίτερα χωράφια επί Τουρκοκρατίας.
Μια
ισχυρή τοποθεσία στο ύψωμα «Τσαγκάρη»
που είναι μαζί και ασφαλής δρόμος
διαφυγής, λέγεται «Λημέρι του Κατσαντώνη».
Σημαντική ήταν η προσφορά στην επανάσταση
του 1821, παρά το μικρό του μέγεθος. Από
τους αγωνιστές του 1821 περισσότερο
διακρίθηκε ο Νικολός Ζορμπάς , που πήρε
μέρος σε πολλές μάχες αλλά κυρίως
συνδέθηκε με την υπεράσπιση του φρουρίου
του Λεσινίου. Τον Οκτώβριο του 1824
παρέμεινε στη Χρυσοβίτσα για αρκετές
μέρες ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος για
ν’ αναρρώσει από την αρρώστια, που
υπέφερε και τον εμπόδιζε ν’ ασκεί τα
καθήκοντά του.
Επίσης
στη Χρυσοβίτσα είχε το στρατόπεδό του
ο Γιάννης Ράγκος από τις 16/9/1827 μέχρι
22/3/1828, το οποίο ενισχύθηκε αργότερα με
τις δυνάμεις του Γ. Τσόγκα και του Κ.
Μπότσαρη. Το 1828 υπηρετούσαν στη χιλιαρχία
του Γαρδικιώτη Γρίβα 10 Χρυσοβιτσάνοι
οι: Νικολός Ζορμπάς, Ευστάθ. Κομπορόζος,
Κώστας Ζορμπάς, Παύλος Κομπορόζος,
Αναστάσης Τασάς, Παναγής Φατσιλέτος,
Γεωργάκης Τσόμπος, Μήτσος Ζορμπάς,
Δημήτριος Ζορμπάς και Σπύρος Ταπραντζής.
Τα αδέλφια Κώστας και Ευστάθιος Γκόλιας
σκοτώθηκαν στην έξοδο του Μεσολογγίου.
Στους νεότερους αγώνες το 1912-1922 σκοτώθηκαν
δέκα (10) Χρυσοβιτσάνοι ήτοι οι: Γεώργιος
Στ. Γκόλιας, Αθανάσιος Σπυρ. Ζορμπάς,
Μιχαήλ Ευστ. Ζορμπάς, Αλέξανδρος Δημ.
Καρακώστας, Κων/νος Ιω. Κρανιώτης, Παύλος
Ευστ. Παπαδημητρίου, Αχιλλεύς Απ. Πίττας,
Δημήτριος Νικ. Πόπης, Νικόλαος Α. Τόλης,
Κων/νος Ν. Τσόμπος, Κων/νος Βασ. Φραγκογιάννης
ενώ το 1940-1941 σκοτώθηκαν τέσσερις ήτοι
οι: Ευάγγελος Φωτ. Μούρκας, Δημήτριος
Σωτ. Μούρκας, Ιωάννης Κων/νου Ράπτης και
Δημήτριος Θεοδ. Χαντζής. Στην διάρκεια
της Εθνικής Αντίστασης στις 5/5/1943
Ελληνικές δυνάμεις στην Τσαπουρνιά
έστησαν ενέδρα στις Ιταλικές δυνάμεις
και μετά από συμπλοκή αιχμαλώτισαν όλη
την ιταλική δύναμη.
Στις
8/5/1943 ισχυρές ιταλικές δυνάμεις μπήκαν
στη Χρυσοβίτσα και για αντίποινα έκαψαν
το χωριό. Από τους γέροντες του χωριού
άλλους σκότωσαν κι άλλους έκαψαν
ζωντανούς. Θύματα της θηριωδίας τους
υπήρξαν οι: Κώστας Τσόμπος, Ευάγγελος
Κιτσοκώστας, Σταύρος Γκόλιας, Αθανάσιος
Βακράκος (από Λεπενού που έμενε στο
χωριό) Παναγιώτης Ταπραντζής και Πανωραία
Φατσιλέτου. Οι Ιταλοί συνέχισαν το
καταστροφικό τους έργο καίγοντας με τη
σειρά τα χωριά Αγράμπελο, Πρόδρομος και
Μαχαιρά.
Στη
θέση απέναντι από το χωριό σ΄ ένα
κωνοειδές ύψωμα, γνωστό ως «κάστρο»
ήταν χτισμένα τ΄ αρχαία Κόροντα, των
οποίων η ακρόπολη σώζεται νοτιοανατολικά
του σημερινού χωριού. Η ονομασία είναι
προελληνική και βρέθηκαν όστρακα της
Μεσολιθικής εποχής (1900-1580π.Χ). Οι δυο
θολωτοί τάφοι, που βρέθηκαν το 1956 ανήκουν
στην Υστεροελλαδική εποχή 3 (1425-1100π.Χ).
Σώζονται
τα κυκλώπεια τείχη της πόλεως και έχουν
βρεθεί αρχαίοι τάφοι με σημαντικά
ευρήματα αφού ήταν από τις σημαντικότερες
πόλεις των Ακαρνάνων. Όλα αυτά μαρτυρούν
την ύπαρξη της πόλεως από την προϊστορική
εποχή όπως και το προελληνικό όνομα
της. Το τείχος της είναι από τα καλύτερα
δείγματα Ακαρνανικής τειχοποιϊας, η δε
πόλη χρονολογείται γύρω στα 1800π.Χ.
Πάνω
στην αρχαιοελληνική πόλη θεμελιώθηκε
η ιστορική πόλη, στην οποία αναφέρει
και ο Θουκυδίδης (Β΄ 102, 1) όταν στην
διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου
εκδιώχθηκε η Σπαρτιατόφιλη μερίδα με
την βοήθεια των Αθηναίων και κατέλαβε
την αρχή ο Κύνης ο Θεολύτου. Αργότερα η
πόλη γνώρισε τη δήωση και την καταστροφή
κατά την εκστρατεία του Αγησιλάου. Η
πόλη είχε τρεις πύλες εντυπωσιακής
τεχνικής, μια ανατολική, μια βόρεια και
μια βορειοδυτική με κεντρική τη δεύτερη
στην οποία υπήρχαν εκατέρωθεν του δρόμου
τάφοι. Λίγο πιο μέσα από την κεντρική
πύλη και μετά το δεύτερο περίβολο υπάρχει
ημικυκλικό κτίσμα με μεγάλους δρόμους.
Από
την ανασκαφική έρευνα του 1956 αποκαλύφθηκε
η αγορά με πολλά ενδιαφέροντα κτίσματα,
μια θαυμάσια δεξαμενή κι ο ναός κτίσμα
του Δ΄ π.Χ. αι. δωρικού ρυθμού και
περίπτερος, που ήταν αφιερωμένος σε
γυναικεία θεότητα. Στο εκκλησάκι του
Αϊ Θανάση αποκαλύφθηκε η θεμελίωση
άλλου ναού, πιο κάτω στο πηγάδι Σορόκι
βρέθηκαν τα θεμέλια πολλών κατοικιών
και μερικά πήλινα αγγεία της καθημερινής
ζωής και μέσα στην κοίτη του Γερομπόρου
ένα θαυμάσια διατηρημένο και εξαιρετικής
τέχνης αρχαίο πηγάδι.
Στην
πόλη έχουν βρεθεί αρχαίοι τάφοι με
σημαντικά ευρήματα, όπως κοσμήματα,
νομίσματα, αγγεία κ.α. Ευρήματα της
πόλεως από τις ανασκαφές που έγιναν το
1906 από τον Γ. Σωτηριάδη και το 1956 από τον
Ν. Ζαφειρόπουλο βρίσκονται στο Αρχαιολογικό
Μουσείο Αγρινίου. Τα ονόματα των
Κορονταίων, που αποκαλύφθηκαν κυρίως
από τις επιτύμβιες στήλες είναι:
Αλέξανδρος, Σύναυρος, Υβρία, Πολέμαρχος,
Αισχρίων, Κύνης, Θεόλυτος, Φιλόνικος,
Αριστοφάνης, Νικοφάνης, Στρατονίκα,
Λισφίνας, Αξίοχος Πίμφις, Νίκαιος,
Νικίας.
Γύρω
από το χωριό υπήρχαν κι άλλοι μικροί
οικισμοί, οι οποίοι ενώθηκαν μετά την
απελευθέρωση και δημιούργησαν το
σημερινό χωριό. Σήμερα η περιφέρεια του
χωριού είναι 22.352 στρ. Μετά την επανάσταση
ανήκε στο Δήμο Αστακού και είχε το 1846
293 κατ. Το 1851 είχε 186 κατ. το 1890 301, το 1920
593 και το 1928 534 κατ και σκηνίτες 42. Το 1940
είχε 608 μαζι με το Στουρνάρι, το 1951 είχε
731 κατ. το 1961 689, το 1971 501, το 1981 441 και το
2001 είχε 456 κατοίκους. Από το 1998 ανήκει
ως Δημοτικό διαμέρισμα στο Δήμο Αστακού.
Οι κάτοικοί του ασχολούνται με τη γεωργία
και την κτηνοτροφία. Κύρια γεωργικά
προϊόντα είναι τα σιτηρά, το τριφύλλι,
το καλαμπόκι και μέχρι πρόσφατα ο καπνός.
Περιζήτητη ήταν η φακή της Χρυσοβίτσας,
η οποία βραβεύθηκε στη Διεθνή Έκθεση
Θεσ/νίκης. Η περιοχή είναι ιδανική για
χειμαδοτόπι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου