Τρίτη 28 Ιουλίου 2015

Δουμπιά Χαλκιδικής

Το χωριό Δουμπιά Χαλκιδικής βρίσκεται 25 χιλιόμετρα βορειοδυτικά του Πολύγυρου, είναι χτισμένο στους πρόποδες του υψώματος Κουρτίνα και ανήκει γεωγραφικά στην Κεντρική Μακεδονία. Έχει εγγεγραμμένους συνολικά 450 κατοίκους, κατά την απογραφή του 2011, αλλά ο μόνιμος πληθυσμός του ανέρχεται στα 500 περίπου άτομα.




Με τις νέες ρυθμίσεις του Υπουργείου Εσωτερικών ανήκει στον Καποδιστριακό Δήμο Ανθεμούντα Χαλκιδικής με πληθυσμό 4.540 κατοίκους και αποτελεί ένα από τα τέσσερα δημοτικά διαμερίσματά του. Ανήκει στην περιοχή των Ζερβοχωρίων Χαλκιδικής, οι κάτοικοί του ασχολούνται κυρίως με τη γεωργία και την κτηνοτροφία, ενώ μία μερίδα αυτών εργάζεται στα μεταλλεία Γερακινής. Στο χωριό υπάρχουν νηπιαγωγείο και δημοτικό σχολείο, τοπική ποδοσφαιρική ομάδα, η οποία αγωνίζεται στο βόρειο όμιλο στη Β΄ κατηγορία, και πολιτιστικός σύλλογος, με το όνομα "Ζωοδόχος Πηγή". Ο κεντρικός ναός είναι αυτός της Αγίας Παρασκευής. Η αξιοποίηση των ονομαστών πηγών με το ομώνυμο μεταλλικό νερό, συνέβαλε αποφασιστικά στην αναζωογόνηση του τόπου.

Η ιστορία του χωριού

Η κατοίκηση στα Δουμπιά ξεκίνησε την προϊστορική εποχή, καθώς γύρω από τον οικισμό βρέθηκαν: μια θέση της μέσης παλαιολιθικής, τρεις νεολιθικοί οικισμοί και δύο θέσεις της ύστερης εποχής του χαλκού. Στα ιστορικά χρόνια, στα βόρεια του χωριού αναπτύχθηκε η πόλη των αρχαίων Καλινδοίων όπου σήμερα διεξάγονται ανασκαφές. Η πόλη αυτή άκμασε κατά την κλασική, ελληνιστική και ρωμαϊκή εποχή. Λείψανα κατοίκησης των ιστορικών χρόνων εντοπίστηκαν σε επτά περιοχές, πρόκειται κυρίως για αγροικίες της ρωμαϊκής εποχής. Στο χώρο όπου σήμερα βρίσκεται το παρεκκλήσι των Αγίων Αποστόλων, τον 1ο αιώνα μ.Χ υπήρχε ιερό των Νυμφών και του Διονύσου. Κατοίκηση υπήρχε και στα βυζαντινά χρόνια καθώς μέσα στο χωριό βρέθηκαν νομίσματα του 11ου και του 13ου αιώνα.

Τα Δουμπιά αναφέρονται στις πηγές από το έτος 1445, ως τιμάριο κάποιου Οθωμανού, τη χρονιά εκείνη είχε 16 νοικοκυριά. Το 1519 έχει 90 νοικοκυριά, το 1527, 133 και το 1568, 88 νοικοκυριά. Το 1771 καταβάλλει 3100 χιλιάδες γρόσια φόρο για τα κάρβουνα που παράγει και τα οποία χρησιμοποιούνται στα μεταλλεία των Σιδηροκαυσίων. Το χωριό καταστράφηκε το 1821 κατά την επανάσταση της Χαλκιδικής, λόγω και της συμμετοχής σε αυτή της γνωστής οικογένειας Δουμπιώτη. Οι περισσότεροι κάτοικοι του σκοτώθηκαν, άλλοι διασκορπίστηκαν και όσοι γλίτωσαν κατέφυγαν στη Σκόπελο. Στη νότιο Ελλάδα συνέχισαν τον αγώνα της ανεξαρτησίας. Ιδιαίτερα διακρίθηκαν τα αδέλφια Κωνσταντίνος (1793-1860), Βασιλικός(1794-1853 ), Νικόλαος(1796) και Πολυχρόνης Θεοφίλου Δουμπιώτης (1806-1832) το 1821, επίσης ο Εμμανουήλ Δουμπιώτης (1800-1870), ο Δημητράκης Ανδρέα, ο Νικόλαος Γεωργίου και ο Αθανάσιος Τζάκας (1799-1870), ο Ευθύμιος Αθανασίου, οι αδελφοί Καραπατάκη, ο Ιωάννης Δουμπιώτης το 1854, ο Κοσμάς Δουμπιώτης (1826-1922) το 1878, ο Νικόλαος (1866-1951) και ο Δημήτριος Δουμπιώτης (1874-1917) κατά τον Μακεδονικό αγώνα το 1907. Τελευταίος στη μακρά λίστα της οικογένειας ήταν ο Ιωάννης Δουμπιώτης (1916-1940) γιος του Νικολάου, ο οποίος σκοτώθηκε στον ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940.

Στις αρχές του 1800 ένας Τούρκος μπέης, ο Μουσά Κιαζήμ, αρχιθυρωρός του Σουλτάνου, πήρε το χωριό υπό την κατοχή του και το έκανε τσιφλίκι. Οι κάτοικοι του χωριού εργάζονταν στον Μπέη ως υποτακτικοί στα χωράφια του. Κατά το Μωαμεθανικό έτος 1269 (1852), τριάντα τρεις ντόπιοι γέροντες αγόρασαν το χωριό και τα κτήματα από τον Μπέη και υπόγραψαν ταπί (συμβόλαιο) μαζί του για την αγοραπωλησία. Το ταπί της αγοραπωλησίας υπάρχει σήμερα στο Κοινοτικό Γραφείο. Οι τριάντα τρεις αυτοί γέροι κατά την παράδοση, τιμής ένεκεν, πήραν "μεράδι" (κλήρο) -για το ιστορικό αυτό γεγονός- από μια λωρίδα χωράφι επί πλέον από τους υπολοίπους κατοίκους, στην τοποθεσία του χωριού που σήμερα ονομάζεται «λωρίδια». Τα άλλα αγροκτήματα μοιράστηκαν όλα μαζί στους κατοίκους. Έκτοτε άρχισε σιγά σιγά να μεγαλώνει το χωριό. Αρχηγός του χωριού ήταν μια χανούμισσα από το «Γκιουρέν», η οποία ονειρεύτηκε ότι υπήρχε νερό εντός του χωριού, ενώ το χωριό στερούνταν πηγής ποσίμου νερού. Πράγματι την άλλη ημέρα λέγοντάς το στους κατοίκους και υποδεικνύοντας τους το μέρος, πήγαν να σκάψουν και όντως βρέθηκε νερό. Η περιοχή αυτή έως και σήμερα ονομάζεται "Νερομάνα". Από εκεί με πλακόστρωτα αυλάκια -αυτοσχέδιο δίκτυο ύδρευσης- οδήγησαν το νερό στην πλατεία του χωριού, για να είναι πιο εύκολη η πρόσβαση των κατοίκων, και έχτισαν βρύση, η οποία υπάρχει έως σήμερα.

Το χωριό πήρε την ονομασία του από τους δύο τύμβους -τάφους- που υπήρχαν στον κάμπο, βόρεια του χωριού. Η λέξη τύμβος, στην τοπική διάλεκτο έγινε τούμπα - "τουμπιά" με αποτέλεσμα να καθιερωθεί και να ονομαστεί το χωριό με το όνομα Δουμπιά έως και σήμερα. Μια άλλη άποψη υποστηρίζει ότι η λέξη Δουμπιά στα σλαβικά σημαίνει βελανιδιά. Ίσως λοιπόν ονομάστηκε έτσι από το δάσος βελανιδιών που υπήρχε στο χώρο.

Η εκκλησία της Αγίας Παρασκευής ανακαινίστηκε εκ βάθρων το 1852, με άδεια που παραχώρησε με φιρμάνι του σουλτάνου. Το σημαντικότερο κειμήλιο που σώζεται στην εκκλησία είναι ένα ρωσικό αντιμήνσιο του 1707. Επίσης στην κοινότητα φυλάσσεται το Οθωμανικό αρχείο Δουμπιών, το οποίο περιλαμβάνει 1300 περίπου έγγραφα της Τουρκοκρατίας που χρονολογούνται από το 1850 έως το 1912. Πρόκειται κυρίως για ταπιά, χοτζέτια, νοφούζια, αποδείξεις φόρων και άλλα έγγραφα των κατοίκων των Δουμπιών. Ανάμεσα σε αυτά είναι και το πωλητήριο του 1852 με το οποίο οι κάτοικοι αγόρασαν το χωριό το οποίο μέχρι τότε ανήκε ως τσιφλίκι στον Μουσά Κιαζήμ μπέη. Επίσης υπάρχει αντίγραφο φιρμανιού με το οποίο παραχωρείται άδεια για την επισκευή της εκκλησίας της Αγίας Παρασκευής το 1851.

Αξιοθέατα του χωριού είναι οι οκτώ νερόμυλοι, με σημαντικότερους και πιο καλά διατηρημένους, το νερόμυλο του Πιπερά (1890), του Κουτσού (1865) και του Τσουρέλα (1888).

Οι ντόπιοι πίστευαν ότι από αρχαιοτάτων χρόνων το χωριό βρισκόταν στην τοποθεσία «Βασμούρα» όπου βρέθηκαν και αρκετά αρχαιολογικά ευρήματα.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου