Πόντου, τη Σεβάστια, τη Χάρσερα της
Αργυρούπολης και τα Φάρασσα της
Καισάρειας. Το τοπίο ομοίαζε με τις
Χαμένες Πατρίδες. Αργότερα, εγκαταστάθηκε
και μικρός αριθμός Σαρακατσαναίων. Στις
20-8-1927 ημέρα Σάββατο, μαζεύτηκαν οι άνδρες
στην πλατεία για να ονοματοδοτίσουν το
χωριό. Έδωσαν τριάντα ονόματα.
Ο καθένας
διεκδικούσε και από ένα όνομα από την
Πατρίδα. Προτάθηκαν τα ονόματα Χάρσερα,
Διάκονο, Ομάλ, Επές, Φάρασα. Τελικά,
συμφωνία δεν επήλθε και αφού είδαν ότι
δεν επρόκειτο να καταλήξουν, κάποιος
μη Αγροσυκιώτης, έπαρχος πρότεινε να
ονομασθεί Αγριοσυκιά προφανώς από τις
πολλές άγριες συκιές που ήταν γεμάτος
ο τόπος (λένε όταν το φύλλο της συκιάς
είναι σαν το ποδάρι της χήνας τότε
μπαίνει το καλοκαίρι).
Με
την πάροδο του χρόνου διαδέχθηκε η
ευφημιστική Αγροσυκιά. Η αγροτική
αποκατάσταση των προσφύγων ξεκίνησε
το 1926 με την διανομή γεωργικών κλήρων,
γεγονός που διατάραξε τις σχέσεις των
κατοίκων της Αργοσυκιάς με κάτοικους
γειτονικών χωριών. Έτσι λοιπόν οι
κάτοικοι της Αγροσυκιά έγιναν
μικροϊδιοκτήτες κι άρχισαν την εκχέρσωση
με το «ησιόδειο άροτρο» και την καλλιέργεια
της γης. Έσπερναν σιτάρι, καλαμπόκι,
κουκιά, βρόμη και ρεβιθιά. Η έκταση που
τους διανεμήθηκε ήταν άγονη και τα
εργαλεία πρωτόγονα. Οι κάτοικοι έπρεπε
να υπερπηδήσουν τις αντιξοότητες με
την κόσα, το τουρμούκι, τα δρεπάνια, το
ξύλινο ή στην καλύτερη περίπτωση άροτρο.
Η
κάθε οικογένεια μετά το τέλος του
αλωνισμού άρχιζε τη μέριμνα για τον
ερχομό του χειμώνα. Οι γυναίκες ετοίμαζαν
ζυμαρικά (τραχανάδες, γιφκάδες, πλιγούρι)
και τουρσιά. Οι άντρες έπρεπε να φροντίσουν
για την θέρμανση. Ξεκινούσαν παρέες 4-5
ατόμων με τα κάρα για τα κοντινά βουνά
και επέστρεφαν μετά από μέρες. Στην
επιστροφή περνούσαν τα φορτία τους
επιδεικτικά μπροστά από τα καφενεία,
για αυτό έδιναν μεγάλη σημασία στο τρόπο
φόρτωσης και την ποιότητα των ξύλων που
έκοβαν.
Με
τα πρώτα κρύα του χειμώνα, έριχναν τα
ξύλα στη γωνιά (τζάκι) χρησιμοποιώντας
για προσάναμμα μικρά ξύλα (τσάκνα) ή
κόπρανα ζωών που αφού τα ζύμωναν με
άχυρο, τα άφηναν στον ήλιο να ξεραθούν.
Στο τζάκι έβαζαν την πυροστιά και πάνω
τον τέντζερη (κατσαρόλα) με την ξύλινη
κουτάλα για το μαγείρεμα. Πολλά βασικά
είδη τα ψώνιζαν από τα μπακάλικα. Οι
αγορές γίνονταν με το τεφτέρι (βερεσέ).
Ο μπακάλης σημείωνε την αξία των ειδών
που έπαιρνε κάθε οικογένεια και
εξοφλούσαν, όταν πληρώνονταν από την
παραγωγή.
Το
1952 έγινε η πρώτη γεώτρηση στο χωριό. Το
1960 πραγματοποιήθηκε δεύτερη και παράλληλα
άρχισε η κατασκευή δικτύου ύδρευσης
που ολοκληρώθηκε τον επόμενο χρόνο. Η
ανάπτυξη της γεωργίας παρουσιάζει
ενδιαφέρον. Εγκαταλείφθηκαν τα βόδια
και τα σιδερένια άροτρα, κυρίαρχοι της
υπαίθρου γίνονται οι γεωργικοί ελκυστήρες.
Ο αλωνισμός των σιτηρών με την λοκάνη
και την πατόζα αποτελεί ανάμνηση με την
εμφάνιση της θεριζοαλωνιστικής μηχανής
το 1963. Αργότερα χρησιμοποιήθηκαν
βαμβακοσυλλεκτικές μηχανές και ποτιστικά
συστήματα.
Σήμερα
η Αγροσυκιά κατοικείται από 385 κατοίκους
(απογραφή 2001) και ανήκει στην Δημοτική
Ενότητα Πέλλας. Ο τόπος είναι προικισμένος.
Συνδιάζει το πράσινο στον κάμπο με τις
καλλιέργειες και τις εναλλαγές του
βουνού. Στην άκρη του χωριού βρίσκεται
η Εκκλησία του Αγίου Ιωάννη Χρυσόστομου
και πιο κάτω η Εκκλησία του Αγίου
ΑΘανασίου.Στο Εκκλησάκι του Προφήτη
Ηλία, την 20η Ιουλίου, αναβιώνουν έθιμα
της Αγροσυκιάς. Η εικόνα του Προφήτη
Ηλία, που βρίσκεται στο ξωκλήσι, είναι
έργο του Νικολάου, γιου του Χατζησάββα
από την Αργυρούπολη του Πόντου.
Αγιογραφήθηκε τον Απρίλιο του 1903 με
δαπάνες του Κων/νου και της Αναστασίας
Αποστολίδη. Τοποθετήθηκε σε ένα ξωκλήσι
του Προφήτη, στα βουνά της Χάρσερας του
Πόντου. Με το ξεριζωμό των Ελλήνων το
1924 η εικόνα δεν εγκαταλείφθηκε, αλλά ο
αείμνηστος Ηλίας Θεοδωρίδης την μετέφερε
στην Αγροσυκιά όπου οι κάτοικοι το 1986
έχτισαν το ξωκλήσι για να τη στεγάσουν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου